ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ζούσε σ' ένα χωριό κάποιος που τον λέγανε Γιαριμχορόζ. Ήταν πολύ φτωχός. Ένας αγάς του χρωστούσε τρία φλουριά. Αυτός ο αγάς δεν έμενε σ' εκείνο το χωριό, καθόταν μακριά, σ' ένα τσιφλίκι.
Μια μέρα, αφού τέλειωσε και το ξερό ψωμί που έτρωγε, είπε ο Γιαριμχορόζ:
Bir köyde yaşamış Eskiden bazı kim Giarimchoroz diyordun. O çok zayıftı. Bir Ağa ona üç sikke borçluydu. Bu Ağa bir malikânede, uzakta oturan o köyde yaşamış değildir.
Bir gün, bittikten ve kuru ekmek yemeye, Giarimchoroz söyledi: